ΕΠΙΛΗΨΙΑ
Η επιληψία είναι μία από τις συχνότερες χρόνιες νευρολογικές παθήσεις και αποτελεί ένα μείζον πρόβλημα της δημόσιας υγείας, τόσο για τα ανεπτυγμένα όσο και για τα αναπτυσσόμενα κράτη. Απαντάται με διαφορετική συχνότητα σε όλες τις χώρες, ενώ παρατηρείται σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Η επιληψία είναι μια διαταραχή του εγκεφάλου που χαρακτηρίζεται από υποτροπιάζουσες και απρόκλητες επιληπτικές κρίσεις.
Η επιληπτική κρίση προκαλείται από μία σύντομη εγκεφαλική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από αυξημένες εκφορτίσεις των νευρώνων του φλοιού στον εγκέφαλο. Σαν αποτέλεσμα της εκφόρτισης αυτής και ανάλογα με την εντόπιση των νευρώνων στον εγκέφαλο παρατηρούνται διαταραχή της συνείδησης, μυϊκές συσπάσεις καθώς και διαταραχές στη σκέψη, τη συμπεριφορά, τη μνήμη, τα συναισθήματα και άλλα.
Ένας απλός τρόπος να ταξινομήσουμε τις διάφορες επιληπτικές κρίσεις είναι ο ακόλουθος: Μία απλή επιληπτική κρίση συμβαίνει όταν η ηλεκτρική διαταραχή των νευρώνων του εγκεφάλου δεν εξαπλώνεται σε ολόκληρο τον εγκέφαλο και ο ασθενής δεν παρουσιάζει απώλεια συνείδησης. Σε αντίθεση στην σύνθετη επιληπτική κρίση ο ασθενής μπορεί να εμφανίζει κινητικές διαταραχές που να συνοδεύονται και από απώλεια συνείδησης.
Στην πιο «κλασική» επιληπτική κρίση, τη γενικευμένη τονικοκλονική (grand mal) ο ασθενής παρουσιάζει απώλεια συνείδησης, τονικούς και κλονικούς σπασμούς που μετά τον τερματισμό τους ακολουθεί μικρή χρονική περίοδος σύγχυσης και αισθήματος κόπωσης.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι μια πρώτη επιληπτική κρίση δεν σημαίνει ότι ο ασθενής πάσχει από επιληψία, αλλά απαιτούνται πολλαπλά επεισόδια κρίσεων τα οποία να μην έχουν πυροδοτηθεί από εξωγενείς παράγοντες όπως διαταραχές των ηλεκτρολυτών του αίματος, υπογλυκαιμία, ή νοσήματα που προσβάλουν τη δομική ακεραιότητα του εγκεφάλου (π.χ. αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, όγκοι κλπ).
Η επιληψία είναι ένα νόσημα που συνδέεται με σημαντική νοσηρότητα και πτώση της ποιότητας ζωής των ατόμων που πάσχουν. Μέχρι σήμερα οι διάφορες φαρμακευτικές θεραπείες μπορούν να ελέγξουν τις κρίσεις τουλάχιστον στο 70-80 % των ασθενών, ενώ οι υπόλοιποι ασθενείς μπορεί να βιώσουν μεγάλη ελάττωση της συχνότητας των κρίσεων που παρουσιάζουν. Για τις πιο ανθεκτικές μορφές, σήμερα έχουν γίνει διαθέσιμες πολλές τεχνικές και χειρουργικής αντιμετώπισης.