Ρευματοειδής αρθρίτιδα
Η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα (ΡΑ) είναι μία χρόνια αυτοάνοση φλεγμονώδης πάθηση, κατά την οποία το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου επιτίθεται εναντίον των ιστών του ιδίου του οργανισμού. Μπορεί να προσβάλει πολλούς ιστούς και όργανα, αλλά χαρακτηρίζεται κυρίως από φλεγμονή των αρθρώσεων, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική μείωση της κινητικότητας και της λειτουργικότητας γενικότερα, με σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία του ασθενούς.
Η έρευνα που γίνεται τα τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει στη καλύτερη κατανόηση της πάθησης και σε μια πιο ολοκληρωμένη αντιμετώπιση της, που εκτός από τη φαρμακευτική αγωγή περιλαμβάνει την άσκηση, την διατροφή και την εκπαίδευση του ασθενή με στόχο την αλλαγή του τρόπου ζωής του και τη βελτίωση της καθημερινότητάς του.
Ποιούς προσβάλει η ΡΑ;
Η ΡΑ έχει παγκόσμια κατανομή και προσβάλει όλες τις εθνικότητες. Αν και η πάθηση μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, το μέγιστο της συχνότητας εμφάνισης είναι μεταξύ 4ης και 6ης δεκαετίας της ζωής. Οι γυναίκες προσβάλλονται δύο με τρείς φορές συχνότερα από τους άνδρες.
Υπολογίζεται ότι περίπου το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού υποφέρει από ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί υποδεικνύουν αξιοσημείωτες διαφορές στην εμφάνιση και την έκφραση της ΡΑ στον Ελληνικό πληθυσμό σε σύγκριση με άλλα κράτη. Διάφοροι γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες συνεισφέρουν στην ηπιότερη έκφραση της νόσου στους Έλληνες ασθενείς σε σύγκριση με τους ασθενείς της Βόρειας Ευρώπης.
Ποιά είναι τα αίτια της ΡΑ;
Αν και τα ακριβή αίτια εμφάνισης της ΡΑ δεν είναι γνωστά, οι έρευνες τα τελευταία χρόνια δείχνουν ότι η εμφάνισή της οφείλεται στην αλληλεπίδραση πολλών παραγόντων: γενετικών, περιβαλλοντικών και ορμονικών.
-
Γενετικοί παράγοντες
Φαίνεται ότι ορισμένα γονίδια παίζουν ρόλο στην εμφάνιση, μορφή και σοβαρότητα της νόσου. Οι ασθενείς που κληρονομούν από τους γονείς τους αυτά τα γονίδια είναι πιο επιρρεπείς να εμφανίσουν την πάθηση. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα άτομα με τα γονίδια αυτά θα νοσήσουν οπωσδήποτε καθώς και άλλοι παράγοντες, περιβαλλοντικοί και ορμονικοί, συμμετέχουν στην ενεργοποίηση της ασθένειας.
Πολλές γενετικές μελέτες έχουν επιβεβαιώσει τη γενετική προδιάθεση της ΡΑ. Στις μελέτες μονοζυγοτικών διδύμων η πιθανότητα εκδήλωσης της πάθησης στον δίδυμο αδελφό πάσχοντος από ΡΑ προσεγγίζει το 60% , συγκριτικά με μόνο 1% πιθανότητα στο γενικό πληθυσμό. Επίσης έχει διαπιστωθεί αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης ΡΑ στα μέλη οικογενειών όπου υπάρχει άτομο που πάσχει από τη νόσο.
-
Περιβαλλοντικοί παράγοντες
Έμμεσες ενδείξεις υποστηρίζουν ότι η έκθεση γενετικά προδιατεθειμένων ατόμων σε ορισμένους περιβαλλοντικούς παράγοντες όπως κάπνισμα, ιούς ή βακτήρια, αυξάνει τη πιθανότητα εμφάνισης της πάθησης.
-
Ορμονικοί παράγοντες
Πιστεύεται ότι το φύλο και η διαταραχή κάποιων ορμονών μπορεί να σχετίζεται με την έκφραση της νόσου. Η πιθανότητα εμφάνισης της ΡΑ στις γυναίκες είναι 2-3 φορές μεγαλύτερη από ότι στους άντρες, ενώ το 75% των εγκύων με ΡΑ παρουσιάζουν αυθόρμητη ύφεση της νόσου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, και έξαρση λίγες εβδομάδες μετά τον τοκετό.
Πώς εκδηλώνεται η ΡΑ;
Η έναρξη της ΡΑ μπορεί να είναι οξεία, υποξεία ή σταδιακή. Ο πιο συχνός τρόπος εμφάνισης είναι η σταδιακή (ήπια) εκδήλωση των συμπτωμάτων σε μια περίοδο αρκετών εβδομάδων.
Οι κλινικές εκδηλώσεις της ΡΑ διακρίνονται σε αρθρικές και εξωαρθρικές («εκτός των αρθρώσεων»). Πολύ συχνά διαφέρουν από ασθενή σε ασθενή αλλά και στον ίδιο ασθενή κατά την πορεία της νόσου. Γενικά συστηματικά συμπτώματα όπως πυρετός, εύκολη κόπωση, διάχυτές μυαλγίες, μειωμένη όρεξη και απώλεια βάρους, μπορεί να συνοδεύουν ή να προηγούνται των ειδικών εκδηλώσεων της νόσου.
Αρθρικές εκδηλώσεις
Το βασικό χαρακτηριστικό της ΡΑ είναι η αρθρίτιδα ή υμενίτιδα που οφείλεται σε φλεγμονή του αρθρικού υμένα (η μεμβράνη που καλύπτει τον αρθρικό θύλακο από την εσωτερική πλευρά και παράγει ένα υγρό, το αρθρικό υγρό, στην αρθρική κοιλότητα). Εκδηλώνεται με πόνο, ερυθρότητα, θερμότητα, οίδημα και περιορισμό της κινητικότητας της άρθρωσης. Με το χρόνο η φλεγμονή επεκτείνεται στους γύρω αρθρικούς ιστούς με αποτέλεσμα την καταστροφή της άρθρωσης και τη δημιουργία παραμορφώσεων. Η προσβολή των αρθρώσεων είναι συνήθως συμμετρική, δηλαδή πάσχουν οι αντίστοιχες αρθρώσεις και στις δύο πλευρές του σώματος. Συχνότερα στην αρχή η νόσος προσβάλει τον καρπό και τις μικρές αρθρώσεις των δακτύλων των χεριών και των ποδιών, ενώ καθώς εξελίσσεται μεγαλύτερες αρθρώσεις, όπως αγκώνες, γόνατα, ποδοκνημικές, ώμοι, ισχία μπορεί να προσβληθούν, καθώς και οι αρθρώσεις του αυχένα. Δυνητικά μπορεί να πάσχουν όλες οι αρθρώσεις του σώματος εκτός από τις αρθρώσεις των τελικών φαλαγγών των δακτύλων και την θωρακική και οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης που δεν προσβάλλονται σχεδόν ποτέ.
Χαρακτηριστικό σύμπτωμα της ΡΑ, όπως και κάθε φλεγμονώδους αρθρίτιδας, είναι η πρωινή δυσκαμψία διάρκειας μεγαλύτερης της μιας ώρας, κατά την αφύπνιση και μετά από παρατεταμένη ακινησία. Οι ασθενείς συνήθως περιγράφουν την ανάγκη να βάλουν τα χέρια τους σε ζεστό νερό για να μπορέσουν να λειτουργήσουν καλύτερα το πρωί, ενώ ο πόνος και το οίδημα στα δάκτυλα τον ποδιών δυσκολεύει το περπάτημα και πολλές φορές χρειάζονται μεγαλύτερο νούμερο παπούτσια.
Εξωαρθρικές εκδηλώσεις
Η ΡΑ εκτός από τις αρθρώσεις μπορεί, σε ποσοστό 40% περίπου, να προσβάλει και άλλα όργανα του σώματος.
Η πιο συχνή εξωαρθρική εκδήλωση της νόσου είναι τα ρευματοειδή οζίδια. Πρόκειται για οζίδια που εμφανίζονται συνήθως κάτω από το δέρμα, κοντά στις αρθρώσεις ή σε σημεία πίεσης όπως οι εκτατικές επιφάνειες των αντιβραχίων και των δακτύλων. Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να παρουσιαστούν σε εσωτερικά όργανα όπως οι πνεύμονες.
Συχνή εκδήλωση είναι και η ξηρότητα των οφθαλμών και του στόματος (ξηροφθαλμία, ξηροστομία), ενώ λιγότερο συχνά μπορεί να παρουσιαστεί προσβολή των πνευμόνων (πλευρίτιδα), της καρδιάς (περικαρδίτιδα), των αιμοφόρων αγγείων (αγγειίτιδα), και σπάνια προσβολή του νευρικού συστήματος και των νεφρών.
Πώς γίνεται η διάγνωση της ΡΑ;
Κατά κανόνα η διάγνωση της ΡΑ είναι κλινική και γίνεται με τη λήψη λεπτομερούς ιστορικού και την κλινική εξέταση από εξειδικευμένο ιατρό. Τα ευρήματα της κλινικής εξέτασης είναι αυτά που συνήθως οδηγούν τον ιατρό στη διενέργεια ορισμένων εργαστηριακών και απεικονιστικών εξετάσεων για να τεθεί τελικά η διάγνωση της ΡΑ. Πολλές φορές τα αρχικά συμπτώματα που εμφανίζει ο ασθενής δεν είναι αρκετά ή η κλινική εικόνα δεν είναι τυπική της έναρξης της νόσου και απαιτείται ιατρική παρακολούθηση για αρκετό διάστημα προκειμένου να διαγνώσει ο ιατρός τη πάθηση ή να αποκλείσει άλλου είδους νοσήματα.
Η γρήγορη διάγνωση και η έγκαιρη θεραπεία είναι πολύ σημαντικές για την εξέλιξη της νόσου. Γι’ αυτό η επίσκεψη στον ειδικό ιατρό, αν συντρέχουν λόγοι, καθώς και η πρόσβαση και στη συνέχεια η συμμόρφωση στην συμφωνηθείσα αγωγή, αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για την επιτυχή διαχείριση της πάθησης και την βέλτιστη ποιότητα ζωής τους ασθενούς.